Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Να είσαι όμορφος

Γεννιέσαι, μεγαλώνεις, γερνάς, πεθαίνεις
Πλανιέσαι όμορφο λουλούδι στον άνεμο
Και τι καταλαβαίνεις;

Μανούλα, το δέρμα μου το ολόλευκο και το νεανικό
Μου έπλενες στη βρύση με δροσερό νερό
Θα πρέπει να είσαι όμορφος, ψιθύριζες στ’ αυτί μου
Αφού τ’ ανώριμο μυαλό είναι χάος της ερήμου
Κάτι έπρεπε τότε να μου πεις
Κάπως να με κρατήσεις
Πώς να γνωρίζω ο μωρός
Γιατί να καθαρίσεις

Μαμά, το κάνω πλέον μόνος και κοιτάζω στον καθρέφτη
Όμορφο να ‘χω πρόσωπο, στους άλλους να αρέσει
Το δέρμα μου είναι δροσερό και αστραφτερό και πάλι
Και τα μαλλιά μου χτενισμένα, μην πούνε κάτι οι άλλοι
Εικόνα είν’ όλα
Αυτό μου είχες μάθει
Δεν αγαπιέμαι αλλιώς
Θα είναι όλα εις μάτην

Μητέρα, στον καθρέφτη κάποιος άλλος με κοιτάζει
Ρυτιδιασμένος, σκυθρωπός –μα πόσο, όμως, μου μοιάζει
Δεν έχει πια τη λάμψη του, έχει πάψει να μετράει
Μα πώς μπορεί από το φως στο σκότος να περνάει;
Μητέρα, κάτι μου ‘κρυψες
Δεν μου είπες πως περνάει
Η ομορφιά μου έσβησε
Η λάμψη τώρα πάει


Παιδί μου, όταν σου έμαθα το πρόσωπο να πλένεις
Την ομορφιά να διατηρείς, με κάλλος να πηγαίνεις
Αμέλησα να σου το πω: μια μέρα όλα σ’ αφήνουν
Κι όσοι με τούτα σ’ έκριναν τώρα σε απορρίπτουν
Δε στο ‘κρυψα
Πίστεψα ήσουν μικρός να ξέρεις
Κι όταν «μαμά» με φώναξες
Είπα τα καταφέρνεις

Αγόρι μου, λυπάμαι που δε σου ‘πα για εσένα
ΕΣΕΝΑ, όχι το πρόσωπο, τα μάτια ή το δέρμα
Κι όταν «μητέρα» φώναξες ήταν αργά να βοηθήσω
Στο δρόμο για την ομορφιά το νόημα να σου δείξω
Η λάμψη αν ήταν μέσα σου
Το κάλλος στην ψυχή σου
Η ομορφιά μες στο μυαλό
Θα ‘χαν μείνει μαζί σου

Γεννιέσαι, μεγαλώνεις, γερνάς, πεθαίνεις
Πλανιέσαι ξερό φύλλο στον άνεμο
Τίποτα δε μαθαίνεις

Στέλιος